Δε μ' αναγνωρίζετε γιατί έλειπα καιρό,
τα δάκρυά μου δεν σας λένε κάτι.
Λοιπόν, διηγηθείτε μου τι έγινε εδώ
να βρω ξανά του νήματος την άκρη.
Πείτε μου εκείνες τις ιστορίες σας,
που κάνουν τα καλάμια να λυγίζουν,
στα όρια των χωραφιών κι εν μεσω άπνιας
τα μέτωπα των αγροτών δροσίζουν.
Πείτε μου εκείνες τις ιστορίες σας.
Φωτογραφίες δείξτε μου αυτών που Κυριακή
γεννήθηκαν κι εκείνων που εχουν πέσει,
από τη βάρκα λίγο πριν φτάσει στην ακτή,
γιατί η ζωή τους πια δεν τους αρέσει.
Τα τραγούδια πείτε μου που λετε την αυγή,
σαν σβήνουνε τα φώτα στην πλατεία.
Καθώς και τ' απογεύματα μετά την προσευχή
και πριν να ξεκινήσει η αλητεία.
Τα τραγούδια πείτε μου που λέτε την αυγή.
Αν συνεχίζουν πείτε μου κοιτώντας τη φωτιά,
οι άνθρωποι να κάθονται στις φτέρνες,
και αν οι ομορφότερες γυναίκες στα κρυφά,
κάτω απο τη γλώσσα εκτρέφουν σμέρνες.
Πείτε μου, ακόμα, αν έρχεται στην άκρη του χωριού
ο λύκος του θανάτου τους χειμώνες,
που σαν κουνούσε την ουρά το γάλα έπηζε
στα τρομαγμένα στήθη απ' τις λεχώνες.
Πείτε μου ακόμα αν έρχεται στην άκρη του χωριού.
Πείτε μου, μη βρέθηκε η σκάφη που, παλιά,
λουζόμουνα με ήλιο και με χιόνι
ή τα μαλλιά που φύλαξε απ' την πρώτη μου κουρά
η μάνα που ακόμα ρούχα απλώνει.
Το πτυελοδοχείο του Μπακούνιν το χυτό,
σύντροφοι, μήπως βρέθηκε και κείνο,
να φτύσω μέσα με θυμό που οι νέες εποχές
με κάνουνε να μοιάζω με κρετίνο?
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου